- θειοπεντάλη
- Φαρμακευτική ονομασία του αιθυλο-μεθυλο-βουτυλο-θειο-βαρβιτουρικού οξέος, παράγωγο του θειοβαρβιτουρικού οξέος. Το νατριούχο άλας της θ. ονομάζεται νατριούχος θ., έχει τύπο C11H17O2N2, είναι λευκοκίτρινη υγροσκοπική σκόνη, με χαρακτηριστική οσμή, ευδιάλυτη στο νερό και χρησιμοποιείται κυρίως για ενδοφλέβια νάρκωση μικρής διάρκειας.
* * *ή πεντοθάλη, η(φαρμ.) οργανική ένωση τής ομάδας τών βαρβιτουρικών, τής οποίας το νατριούχο άλας χρησιμοποιείται ως αναισθητικό με σύντομη διάρκεια ενέργειας.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. thiopental < thio- (πρβλ. θείο [ΙΙ]) + -pent- (πρβλ. πέντε) + κατάλ. -al].
Dictionary of Greek. 2013.